Αυτά περιλαμβάνει η διάταξη για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές
1. Ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση
• Καθορίζεται ο τρόπος ρύθμισης βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων οφειλών στη Φορολογική Διοίκηση έως την 1η Οκτωβρίου 2014.
• Προβλέπονται απαλλαγές από τις προσαυξήσεις, τους τόκους και τα πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής που φτάνουν μέχρι και το 100% αυτών, ενώ ο αριθμός των δόσεων κυμαίνεται από 12 έως και 100.
• Στη ρύθμιση υπάγονται οφειλές φυσικών και νομικών προσώπων έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, με ευνοϊκό επιτόκιο που ανέρχεται σε 4,56% ετησίως.
• Η αίτηση υποβάλλεται στη Φορολογική Διοίκηση μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Μαρτίου 2015.
• Προϋπόθεση υπαγωγής αποτελούν η υποβολή των προβλεπομένων από το νόμο φορολογικών δηλώσεων και η φορολογική ενημερότητα των υπαγομένων καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης.
• Η μη εμπρόθεσμη καταβολή δόσης, επιφέρει την απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης, την υποχρέωση άμεσης καταβολής του υπολοίπου της οφειλής και την άμεση επιδίωξη της είσπραξής της.
• Κατ΄ εξαίρεση, τα ευεργετήματα της ρύθμισης δεν χάνονται στην περίπτωση που ο οφειλέτης δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα μέχρι 2 δόσεις κατ’ έτος ή μία δόση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους δύο μήνες.
• Σε περιπτώσεις απώλειας της ρύθμισης για λόγους ανωτέρας βίας, ο οφειλέτης μπορεί, εντός δύο (2) μηνών από την απώλεια αυτής, να υποβάλει άπαξ αίτηση
επανένταξής του στη ρύθμιση με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις και για τον εναπομείναντα αριθμό δόσεων αυτής.
• Με την υπαγωγή και συμμόρφωση του οφειλέτη στην ρύθμιση τμηματικής καταβολής χορηγείται από τη Φορολογική Διοίκηση αποδεικτικό ενημερότητας και βεβαίωση οφειλής κατά τα αναφερόμενα στο νόμο, αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 και αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης. Παράλληλα, αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης καθώς και η λήψη άλλων διασφαλιστικών μέτρων.
• Δεν τίθενται περιοριστικές προϋποθέσεις υπαγωγής στη ρύθμιση.
• Οι φορολογούμενοι που είχαν υπαχθεί και τηρούσαν με συνέπεια το πρόγραμμα ρύθμισης του ν.4152/2013 έχουν τη δυνατότητα είτε να υπαχθούν στη νέα ρύθμιση με το μεγαλύτερο αριθμό δόσεων, μέχρι και 100, με επανυπολογισμό του επιτοκίου αναδρομικά στο 4,56% έναντι 8,75% και με απαλλαγή από προσαυξήσεις, τόκους και πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής, σύμφωνα με τα παραπάνω, είτε να διατηρήσουν την υφιστάμενη ρύθμιση με το επιπλέον ευεργέτημα, εκτός των παραπάνω, της περαιτέρω μείωσης των προσαυξήσεων κατά 20%.
2. Ρύθμιση οφειλών προς τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης:
• Θεσπίζεται μεταβατικό πλαίσιο ρύθμισης οφειλών προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης πλην του ΝΑΤ, για ληξιπρόθεσμες οφειλές μέχρι την 30-9-2014.
• Η αίτηση υπαγωγής δύναται να υποβληθεί το αργότερο μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Μαρτίου του έτους 2015.
• Οι οφειλές δύνανται να ρυθμιστούν εφάπαξ είτε έως σε 100 δόσεις, με αντιστρόφως ανάλογη έκπτωση επί των προσαυξήσεων, τελών καθυστέρησης και λοιπών επιβαρύνσεων, η οποία έκπτωση άρχεται από ποσοστό 100% μέχρι ποσοστό 20% για την περίπτωση εξόφλησης σε 100 δόσεις.
• Ρύθμιση προσβάσιμη στο σύνολο των οφειλετών.
• Επίσης, συγχωρείται η μη εμπρόθεσμη καταβολή, δίχως να απόλλυνται τα ευεργετήματα της ρύθμισης, σε δυο περιπτώσεις:
α) σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής μέχρι δύο (2) δόσεων ανά έτος προγράμματος ρύθμισης, ή
β) σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής μιας δόσης της ρύθμισης ανά έτος προγράμματος ρύθμισης για χρονικό διάστημα μέχρι δύο (2) μηνών.
• Οι οφειλέτες που υπήχθησαν στη ρύθμιση της «νέας αρχής» του ν. 4152/2013 και τηρούν τους όρους αυτής έχουν τη δυνατότητα να υπαχθούν στη ρύθμιση του παρόντος. Πιο συγκεκριμένα, τα ανωτέρω πρόσωπα επωφελούνται του μειωμένου επιτοκίου ύψους 4,56%, καθώς και των μειωμένων προσαυξήσεων της προκειμένης ρυθμίσεως, αναδρομικά, από την ένταξή τους στη ρύθμιση της «νέας αρχής» του ν. 4152/2013.
• Όσοι επιλέξουν να συνεχίσουν τη ρύθμιση της «νέας αρχής» του ν. 4152/2013, παρέχεται το -επιπρόσθετο των ανωτέρω- πλεονέκτημα της αναδρομικής μείωσης κατά ποσοστό 20% των προσαυξήσεων, τελών καθυστέρησης και λοιπών επιβαρύνσεων.