Το 2016 η δίκη των αστυνομικών για την επεισοδιακή και παραλίγο μοιραία καταδίωξη δύο νεαρών Ηρακλειωτων
Η εκδίκαση της υπόθεσης αναβλήθηκε για τις 27 Ιουνίου 2016 μετά από αίτημα αναβολής της υπεράσπισης, την ώρα που οι αστυνομικοί βαρύνονται με την κατηγορία της βαριάς σωματικής βλάβης από κοινού και κατά συρροή
Όπως αναφέρει η «Πατρις» πρόκειται για μία υπόθεση που είχε πυροδοτήσει πλήθος συζητήσεων και αντιδράσεων καθώς αυτόπτης μάρτυρας κατέθεσε ότι είδε τον συνεπιβάτη αστυνομικό δικυκλιστή της ομάδας ΔΙ.ΑΣ να τεντώνει το δεξί πόδι και να ακουμπάει εν κινήσει το μηχανάκι των δύο νεαρών με αποτέλεσμα ο οδηγός να χάσει τον έλεγχο και το όχημα να εκτραπεί.
Η αυτόπτης μάρτυρας είχε δώσει κατάθεση τόσο προανακριτικά όσο και ενώπιον του αρμόδιου ανακριτή ενώ χθες ήταν παρούσα στο δικαστήριο ως μάρτυρας στην δίκη. Οι δύο φίλοι, ηλικίας τότε 19 και 16 ετών αντίστοιχα, τραυματίστηκαν βαρύτατα ενώ οι οικογένειες τους καρδιοχτυπούσαν έξω από την Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ηρακλείου.
Οι δύο κατηγορούμενοι αστυνομικοί συμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας «Πατρις» αρνούνται με κατηγορηματικό τρόπο ότι είχαν οποιαδήποτε επαφή με το μηχανάκι. Αυτό που υποστήριξαν ήταν ότι ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη η καταδίωξη επί της παραλιακής λεωφόρου, βρέθηκαν σε μία αριστερή στροφή. Η υπηρεσιακή τους μηχανή είχε πάρει ήδη κλίση προς τα αριστερά, όπως ισχυρίζονται, ενώ το μηχανάκι με τα παιδιά βρισκόταν λίγο πιο μπροστά, στην εξωτερική πλευρά του οδοστρώματος, δηλαδή προς τα δεξιά τους. Αυτό που υποστηρίζουν είναι ότι το μοτοποδήλατο “έφυγε” ευθεία με αποτέλεσμα την εκτροπή του.
Τι αναφέρει η μάρτυς
Μεγάλη βαρύτητα αναμένεται να δοθεί στην διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας στην εξέταση της μάρτυρος που έμελλε να δώσει δραματική τροπή στην υπόθεση αφού με τα όσα αναφέρει αποδίδει ευθύνες για το τροχαίο στους αστυνομικούς δικυκλιστές. Από την πλευρά της υπεράσπισης επιχειρείται η αποδόμηση της επίμαχης κατάθεσης, το περιεχόμενο της οποίας διαψεύδεται από τους κατηγορούμενους αστυνομικούς που θέτουν ζήτημα αξιοπιστίας της.
Η κοπέλα, συμφωνα με το δημοσίευμα της «Πατρις» καταθέτει σε σχέση με την επίμαχη πτυχή της εκτροπής του μοτοποδηλάτου: «με προσπέρασαν κινούμενες παράλληλα, το μοτοποδήλατο στο οποίο επέβαιναν τα δύο παιδιά και σχεδόν παράλληλα με αυτό και σε πολύ κοντινή απόσταση ήταν μία μοτοσικλέτα της αστυνομίας, στην οποία επέβαιναν δύο άτομα και ακολούθως με προσπέρασε και άλλη μοτοσικλέτα της Αστυνομίας, αλλά δεν μπορώ να πω εάν επέβαιναν ένα ή δύο άτομα. Αμέσως μετά την προσπέραση, η πρώτη μηχανή της Αστυνομίας και το μοτοποδήλατο με τα δύο παιδιά κινούνταν σχεδόν παράλληλα σε πολύ κοντινή απόσταση, στη διακεκομμένη γραμμή που χωρίζει τις δύο λωρίδες κυκλοφορίας στο ίδιο ρεύμα πορείας. Ήταν δηλαδή ευθεία προς την θέση του οδηγού που βρισκόμουν, είχα πολύ καλή ορατότητα δεδομένου και του δημοτικού φωτισμού που υπάρχει στο σημείο και των φώτων του αυτοκινήτου που οδηγούσα αλλά και της κοντινής απόστασης που βρίσκονταν οι μηχανές σε σχέση με το αυτοκίνητο που οδηγούσα και είδα καθαρά τον συνεπιβάτη της πρώτης αστυνομικής μηχανής να τεντώνει το δεξί πόδι προς το μέρος του μοτοποδηλάτου και να το ακουμπάει. Αμέσως μετά ο οδηγός του μοτοποδηλάτου έχασε τον έλεγχο, κάνοντας, αν θυμάμαι καλά, δύο ζιγκ-ζαγκ, και στην συνέχεια αφού διέσχισε σχεδόν διαγώνια την δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας, προσέκρουσε στο πεζοδρόμιο και το μοτοποδήλατο κατέληξε στο πρανές και χάθηκε από τα μάτια μου.
Είμαι βέβαιη 100% γι’ αυτά που σας καταθέτω, γνωρίζοντας την βαρύτητα της κατάθεσης μου, και έστω και μία μικρή αμφιβολία να είχα, ότι το πόδι του αστυνομικού δεν ακούμπησε στο μοτοποδήλατο, δεν θα το κατέθετα, διότι με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε να κατηγορηθεί άδικα ένας άνθρωπος, πράγμα που δεν επιθυμώ».
Σημειώνεται ότι οι τοξικολογικές εξετάσεις που έγιναν στους δύο τραυματίες ήταν καθαρές ενώ όπως αναφέρεται το μηχανάκι είχε άδεια και ασφάλεια.