Τα Χριστούγεννα της Κρίσης
Κι όλα αυτά τα χρόνια οι Έλληνες γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα με την προσδοκία ότι τον επόμενο χρόνο τα πράγματα θα βελτιωθούν. Κι ανταλλάσσουμε ευχές για ένα καλύτερο μέλλον, που θα ανατείλει από τη φάτνη του Βρέφους Ιησού Χριστού. Κι όμως, η κατάσταση δεν βελτιώνεται και οι ευχές δεν φαίνεται να εκπληρώνονται, τουλάχιστον με τον τρόπο που εμείς θέλουμε να εκπληρωθούν. Διότι, στην περίπτωση των Χριστουγέννων, το θέμα είναι ο τρόπος που τα εορτάζουμε, τι έχουμε «επενδύσει» ως νόημα της εορτής, τι σημαίνει για μας η Γέννηση του Χριστού.
Είναι αλήθεια ότι στο πέρασμα των αιώνων, από τότε που άρχισαν να εορτάζονται τα Χριστούγεννα περί τα μέσα του 4ου αιώνα μ. Χ., οι χριστιανοί έβλεπαν στη Γέννηση του Χριστού τη γέννηση του ίδιου του Θεού, του Λυτρωτή από την βασιλεία του κακού, δηλαδή από καθετί που αλλοτριώνει τον άνθρωπο από τον υψηλό προορισμό του, την ομοίωσή του με το Θεό. Έτσι, η Γέννηση του Χριστού σήμαινε τη γέννηση ενός νέου κόσμου, μιας νέας ανθρωπότητας, από όπου θα εξέλιπαν οι πόλεμοι, η βία, οι ανταγωνισμοί, η επιδίωξη του χρήματος, της δύναμης και της εξουσίας, όλα δηλαδή όσα αλλοτριώνουν τον άνθρωπο, τον υποβιβάζουν και τον αποκτηνώνουν, ήτοι από όσα γεννά η υποταγή στα ζωώδη ένστικτα και στον αχαλίνωτο εγωισμό. Η Γέννηση του Χριστού σε ένα σπήλαιο, μέσα σε αντίξοες συνθήκες, η προσκύνηση από ταπεινούς και άσημους βοσκούς και η δίωξή του από τον Ηρώδη αυτό δηλώνουν: πως ο Χριστός δεν είναι ένας εγκόσμιος βασιλιάς, δεν είναι ο παντοδύναμος άρχοντας αλλά ο Θεός της αγάπης. Η Γέννηση του Χριστού φέρει στο προσκήνιο ένα τρόπο ζωής και σκέψης διαφορετικό από αυτόν που η ανθρώπινη «φύση» (οι φυσικές, ενστικτώδεις ορμές) επιτάσσει. Αυτός ο τρόπος είναι ο τρόπος της αγάπης, ένας τρόπος που βρίσκεται στους αντίποδες του εγωισμού και της επιδίωξης της δύναμης και της κυριαρχίας. Επομένως, η αγάπη, ως το αντίθετο του εγωισμού, προϋποθέτει την ταπείνωση, τη συνειδητοποίηση της περατότητας και των ορίων μας, την εσωτερική συντριβή, την κατανόηση ότι δεν είμαστε μόνοι σε τούτο τον κόσμο ούτε κι ο κόσμος πλάστηκε μόνο για το άτομό μας.
Αν έχουμε επενδύσει την εορτή των Χριστουγέννων με αυτό το κεντρικό νόημα, τότε η οικονομική κρίση μπορεί να σταθεί αφορμή να ξαναδούμε τη ζωή και τον εαυτό μας από μια διαφορετική σκοπιά. Τα χρόνια της ψεύτικης για τους περισσότερους από εμάς ευμάρειας, η καταναλωτική μας νοοτροπία, αυτή που είχε καλλιεργηθεί έντεχνα από τις εταιρείες με όπλο τη διαφήμιση, μας ωθούσε κάθε Χριστούγεννα σε ένα όργιο αγορών, πυροδοτώντας τις επιθυμίες μας. Ωστόσο, όπως έχει γραφεί, «όποιο επίπεδο υλικού πλούτου κι αν διαθέτω, δεν θα αισθανθώ ικανοποιημένος με ό, τι έχω, γιατί κάποιος πάντοτε θα έχει περισσότερα από μένα» (Robert & Edward Suidelsky, Πόσα πραγματικά χρειαζόμαστε;, σ. 82). Το ίδιο είχε πει με αποφθεγματικό τρόπο ο Επίκουρος: «Οὐδέν ἱκανόν ᾧ ὀλίγον τὸ ἱκανόν». Δηλαδή: «Τίποτε δεν είναι αρκετό γι’ αυτόν που το αρκετό είναι λίγο». Τα Χριστούγεννα είχαν υπαχθεί σ’ αυτή την καταναλωτική νοοτροπία και την αχορταγιά. Ήταν απλώς μια ευκαιρία για ψώνια, για τραπέζι με πολλά φαγητά, για ρεβεγιόν ή για ταξίδια, τα οποία μάλιστα κάναμε με τα περίφημα «εορτοδάνεια» (πολλοί δυστυχώς τα ξεπληρώνουν ακόμη). Έτσι, όταν ήλθε η κρίση, όλοι βρεθήκαμε απροετοίμαστοι να την αντιμετωπίσουμε. Η ζωή μας ξαφνικά «ξεφούσκωσε», άδειασε από νόημα, μας έμεινε ένα μεγάλο κενό, επειδή δεν μπορούσαμε εύκολα να ικανοποιήσουμε τις «ανάγκες»μας, όχι τις πραγματικές αλλά αυτές που βρίσκονταν στο χώρο του φαντασιακού. Επομένως, το πρόβλημά μας δεν ήταν ( και δεν είναι) στην ουσία οικονομικό, αλλά ψυχολογικό και βαθύτερα πνευματικό: βρεθήκαμε ψυχικά ανερμάτιστοι, πνευματικά ανέστιοι, δίχως σωστή ιεράρχηση αξιών και παραδέρνουμε κι εμείς ως ατομικές υπάρξεις στον κυκεώνα της κρίσης.
Αν συγκρίνουμε τώρα το αληθινό νόημα των Χριστουγέννων με το νόημα που εμείς του αποδώσαμε και τη δική μας στάση ζωής μέχρι σήμερα, θα διαπιστώσουμε ότι και τώρα ακόμη βρισκόμαστε μακριά από τον αληθινό, τον πνευματικό εορτασμό των Χριστουγέννων. Κι ας μη νομίσει κανείς ότι, για να ζήσουμε αληθινά τα Χριστούγεννα, πρέπει να τα ζήσουμε φτωχικά. Πάντοτε οι χριστιανοί εορτάζαμε τη αυτή μεγάλη χειμωνιάτικη εορτή με χαρά, όπως το δείχνουν και τα πολλά έθιμα, τα οποία δυστυχώς φθίνουν σιγά-σιγά. Εκδηλώσεις αυτής της χαράς ήταν η παρακολούθηση της χριστουγεννιάτικης Θ. Λειτουργίας, οι οικογενειακές συγκεντρώσεις και, βεβαίως, το χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Ο άνθρωπος μετείχε με όλη του την ύπαρξη στη χαρά της εορτής: πνευματικά, συναισθηματικά, υλικά. Το πρόβλημα, επομένως, βρίσκεται αλλού. Είναι η επικράτηση μιας ολοτελούς εξωτερικότητας, είναι η απώλεια του βαθύτερου νοήματος της εορτής, αφού, όπως ήδη είπαμε, τα σημερινά Χριστούγεννα εξαντλούνται σε κάποιες εξωτερικές εκδηλώσεις: ψώνια, φαγητά, ταξίδια, εορταστικός διάκοσμος, ξενόφερτα χριστουγεννιάτικα τραγούδια. Η σχέση με την εορτή είναι, κατά κανόνα, επιδερμική.
Είναι αναγκαία, λοιπόν, μια προσπάθεια για επανεύρεση και βίωση του νοήματος των Χριστουγέννων, δηλαδή μια πιο ταπεινή στάση, χωρίς πολλά εξωτερικά στολίδια, χωρίς την πλεονεξία, με αυτοέλεγχο, με τιθάσευση και έλεγχο των επιθυμιών και των αναγκών, με πνεύμα αγάπης προς τους άλλους, με θέληση αντίστασης απέναντι σε όποιον ζητά να αλλοιώσει τις παραδόσεις μας και να μας αλλοτριώσει από τον βαθύτερο εαυτό μας. Πρέπει να απελευθερωθούμε από ένα επιβαλλόμενο σύστημα αναγκών, εγκλωβισμένο στο φαύλο κύκλο της παραγωγής και της κατανάλωσης, που οδηγεί τα άτομα και την ανθρωπότητα ολόκληρη στην αυτοαλλοτρίωση. Όλο αυτό το σύστημα είναι αποκομμένο από κάθε έννοια ηθικής και, υπ’ αυτή την έννοια, είναι παντελώς αντίθετο προς το χριστιανικό μήνυμα, που υποτάσσει τις ανθρώπινες ανάγκες στις πνευματικές μορφές της ηθικής ζωής. Άνθρωποι που έχουν ανακαλύψει και ακολουθούν το μήνυμα των Χριστουγέννων είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν με μεγαλύτερη ευκολία τα προβλήματα, γιατί έχουν αντιστάσεις και αυτοέλεγχο, μπορούν να χαμογελούν, γιατί η ψυχή τους είναι πλήρης, είναι αισιόδοξοι, γιατί μπορούν ακόμη και στις δυσκολίες να δώσουν νόημα, έχουν εσωτερική ειρήνη, καθώς η ψυχή τους βρίσκεται σε διάλογο με τον εαυτό της, μπορούν να ζουν μέσα σε ένα σύστημα, δίχως όμως και να έχουν γίνει δούλοι του. Τα Χριστούγεννα είναι μια κλήση και μια πρόκληση να ξαναβρούμε τις μεγάλες αξίες της ζωής, να πιάσουμε τα πράγματα από την αρχή, να αναγεννηθούμε, ακολουθώντας το παράδειγμα του Χριστού, που, αν και Θεός, γεννήθηκε incognito, ως ταπεινό και αδύναμο Βρέφος, στο σπήλαιο της Βηθλεέμ.
Γιάννης Γ. Τσερεβελάκης