Μεγάλη Τετάρτη: Το τροπάριο της Κασσιανής
Γραφει ο Γιάννης Τσερεβελάκης
Η μοναχή Κασσιανή ή Κασσία έζησε τον 9ο μ. Χ. αιώνα και ήταν κόρη πλούσιας οικογένειας, γεγονός που της επέτρεψε να αποκτήσει υψηλή μόρφωση, κυρίως θεολογική και φιλολογική. Σε νεαρή ηλικία αποφασίζει να μονάσει σε μοναστήρι της περιοχής της Κωνσταντινούπολης και εκεί αφιερώνεται ολοκληρωτικά στην εκκλησιαστική ποίηση και υμνογραφία. Γνωστό είναι το περίφημο επεισόδιο με τον αυτοκράτορα Θεόφιλο και την απάντηση που του έδωσε, κατά τη διάρκεια επιλογής συζύγου-αυτοκράτειρας: όταν εκείνος της απηύθυνε το λόγο με το «Εκ γυναικός τα χείρω» (από τη γυναίκα προήλθαν τα χειρότερα πράγματα), αναφερόμενος στην Εύα, εκείνη του απάντησε: «Kαι εκ γυναικός τα κρείττω»(Ναι, αλλά από τη γυναίκα προήλθαν και τα καλύτερα), εννοώντας ότι από τη γυναίκα γεννήθηκε ο Σωτήρας του κόσμου Ιησούς Χριστός. Η Κασσιανή, εκτός του γνωστού τροπαρίου, συνέθεσε και άλλους ύμνους, (κανόνες και ιδιόμελα), ενώ έγραψε και άλλα, μη λειτουργικά, ποιήματα. Εκείνο πάντως που την έκαμε γνωστή και της χάρισε την αθανασία είναι το τροπάριο που φέρει το όνομά της, κάτι που δεν το συναντούμε σε καμιά άλλη περίπτωση εκκλησιαστικού ύμνου, απόδειξη της αγάπης των χριστιανών για το συγκεκριμένο τροπάριο και την ίδια την ποιήτρια.
Τι λέει, όμως, το συγκεκριμένο τροπάριο; Ποιο το περιεχόμενό του; Η ποιήτρια αντλεί το θέμα της από το επεισόδιο με την πόρνη εκείνη, που, λίγο πριν από τα Πάθη του Χριστού, αγόρασε πολύτιμο μύρο και άλειψε με αυτό τα πόδια Του, αποδεικνύοντας όχι μόνο την αγάπη της προς Εκείνον αλλά και τη βαθιά και έμπρακτη μετάνοιά της. Με εξαιρετικό λυρισμό αλλά και δραματική δύναμη η Κασσιανή αποδίδει ποιητικά το σπαραγμό και τη συντριβή της αμαρτωλής εκείνης γυναίκας, σε ένα εξομολογητικό και παρακλητικό μονόλογο μοναδικής δύναμης, καθώς η πόρνη αφήνει να ξεχυθούν μπροστά στο Χριστό και να φωτισθούν όλες οι πτυχές του σκοτεινού της βίου. Η πόρνη, σαν τραγικός ήρωας, εξομολογείται την κατάστασή της με θάρρος και ειλικρίνεια, ταπεινώνεται και ζητά το θείο έλεος.
Ωστόσο, πίσω από το ξεχείλισμα του προσωπικού συναισθήματος, μπορούμε να δούμε ότι αναδύεται και αποκαλύπτεται το δράμα της πτώσης και της αστοχίας του κάθε ανθρώπου. Η επίγνωση της αμαρτίας ενώπιον του Χριστού, του μόνου καθαρού και ακηράτου, είναι τόσο βαθιά, ώστε προκαλεί τον υπαρξιακό συγκλονισμό, γέννημα του οποίου είναι η μετάνοια. Μπροστά στη θεϊκή αγάπη ο αμαρτωλός άνθρωπος δεν χάνεται, δεν διαλύεται, δεν εξαφανίζεται. Αντίθετα, αναπλάθεται και ανακαινίζεται, λυτρώνεται και σώζεται, επειδή ο Θεός δεν τιμωρεί, αλλά σώζει, δεν φοβίζει, αλλά αγαπά. Η Κασσιανή, μάλιστα, προκειμένου να αποδώσει τόσο το μέγεθος της ανθρώπινης αμαρτίας, όσο και την απεραντοσύνη της θείας αγάπης, επιστρατεύει εξαιρετικά δραστικές ποιητικές εικόνες και σχήματα λόγου, με κυρίαρχα τον παραλληλισμό και την αντίθεση. Στο ποίημα παραλληλίζονται αντιθετικά δυο κόσμοι: ο σκοτεινός σαν αφέγγαρη νύχτα κόσμος της αμαρτίας με τον απέραντο σαν άβυσσο κόσμο της αγάπης. Φορείς αυτών των δύο κόσμων είναι δυο πρόσωπα: η πόρνη και ο Χριστός. Τόπος συνάντησης: το σημείο όπου η μετάνοια της πόρνης συναντά την αγάπη του Χριστού. Διότι, αν η μετάνοια δεν συναντήσει την αγάπη, δεν φέρνει αποτέλεσμα, και αν η αγάπη δεν αποδεχθεί τη μετάνοια, αγάπη δεν είναι. Η πόρνη έχει κάνει όλα τα αναγκαία βήματα για τη σωτηρία: από την επίγνωση της κατάστασής της (αυτογνωσία) πέρασε στη μετάνοια (μεταστροφή του νου, του τρόπου σκέψης) και από τη μετάνοια στην αναζήτηση του Σωτήρα και την κατάθεση της αμαρτωλής ψυχής της σ’ Αυτόν. Έτσι η πόρνη, όπως και ο άσωτος και ο ληστής, γίνεται η εικόνα και το σύμβολο του ανθρώπου, που ξαστοχώντας και χάνοντας τον προορισμό και την πυξίδα του, έχει βυθιστεί στη θάλασσα της αμαρτίας και αναζητεί το λιμάνι της σωτηρίας.
Η δύναμη της ποίησης της Κασσιανής είναι τέτοια, που ο αναγνώστης του τροπαρίου ζει ως τα κατάβαθα της ψυχής του δράμα της αμαρτωλής γυναίκας και, πιο πέρα, το ανθρώπινο υπαρξιακό και οντολογικό δράμα. Εδώ αναδεικνύεται η μοναδικότητα της ποίησης όχι να περιγράφει ούτε και να συγκινεί απλώς, αλλά να γίνεται γεγονός πνευματικό, κατάθεση και μαρτυρία ψυχής που συγκλονίζει, όταν αυτή έχει περπατήσει τις πιο σκοτεινές γωνιές της Κόλασης κι έχει βγει αλώβητη, χάρη στη θεία αγάπη. Θα προσθέσω σ’ αυτό το σημείο ότι το ποιητικό μεγαλείο και η πνευματικότητα που αποπνέει το τροπάριο αναδεικνύονται και από τη μουσική του, καθώς οι Βυζαντινοί μελουργοί και ψάλτες έχουν καταφέρει να το επενδύσουν μουσικά με εκπληκτικές μουσικές φόρμες. Αρκεί, βέβαια, και ο ψάλτης να είναι σε θέση να το εκτελέσει σωστά.
Παραθέτω, στη συνέχεια, το τροπάριο σε μετάφραση του Φώτη Κόντογλου:
Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες,
σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα και σε άλειψε με μυρουδικά
πριν από τον ενταφιασμό σου κι έλεγε οδυρόμενη:
Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη και δίχως φεγγάρι,
η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων,
εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας.
Λύγισε στ’ αναστενάγματα της καρδιάς μου,
εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου,
και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου,
αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό, τ’ άκουσε να περπατάνε,
από το φόβο της κρύφτηκε.
Των αμαρτιών μου τα πλήθη
και των κριμάτων σου την άβυσσο, ποιος μπορεί να τα εξιχνιάσει,
ψυχοσώστη Σωτήρα μου;
Μην καταφρονέσεις τη δούλη σου,
εσύ που έχεις τ’ αμέτρητο έλεος