Η πορνεία στο Ηράκλειο κατά το παρελθόν- Μια...ακτινογραφία με ιδιαίτερο ενδιαφέρον (pics)
Για το φαινόμενο της πορνείας, με έμφαση από τη βυζαντινή περίοδο και μετέπειτα, μίλησε η γνωστή αρχαιολόγος Λιάνα Σταρίδα στην 12η παρουσίαση θεμάτων της Κρητικής ιστορίας που οργάνωσε η Αντιδημαρχία Πολιτισμού και Εθελοντισμού, η Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη και η Ομάδα Εθελοντών Πολιτισμού του Δήμου Ηρακλείου, όπως αναφέρει η δημοσιογραφος Ελένη Βασιλάκη στο e-storieskritis.blogspot.gr.
Τίτλος της ομιλίας της: «Περιήγηση στα πολιτικαρεία του Κάστρου» , τα οποία ομολογουμένως ήταν πολλά με τις γυναίκες που απασχολούνταν στον αρχαιότερο των επαγγελμάτων, φανερά και κρυφά, να είναι ακόμα περισσότερες.
Πολλά στοιχεία για το τι συνέβαινε στην Κρήτη με την πορνεία κατά την αρχαιότητα δεν έχουμε, ωστόσο ξέροντας πως το επάγγελμα αυτό ανθούσε σε πόλεις λιμάνια με οικονομική δραστηριότητα, συμπεραίνουμε πως και το Ηράκλειο είχε το μερίδιο του σε αυτό.
Επί ενετοκρατίας που η πόλη μας δέχθηκε σημαντικές επιρροές από τη Βενετία και μετατράπηκε σε κοσμοπολίτικο κέντρο η πορνεία γνώρισε μεγάλη διάδοση. Τον 15ο αιώνα υπήρχαν διάσπαρτα πορνεία στο Χάνδακα και μάλιστα ο Κρητικός σατιρικός ποιητής Στέφανος Σαχλίκης είχε φτιάξει ένα κατάλογο με τα ονόματα των εκδιδόμενων γυναικών, περιγράφοντας με ρεαλισμό τις πόρνες της εποχής.
Εκείνη την περίοδο σε ένα πληθυσμό περίπου 10.000 κατοίκων οι δηλωμένες πόρνες στο Χάνδακα ήταν 100, ωστόσο ο αριθμός όσων ασκούσαν αυτό το επάγγελμα χωρίς να δηλώνονται, λόγω και της φτώχειας που επικρατούσε, ήταν σαφώς πολύ μεγαλύτερος.
Από το Σαχλίκη μαθαίνουμε, σύμφωνα με την κ Σταρίδα, πως ανάμεσα στους πελάτες τους αυτές οι γυναίκες είχαν και κληρικούς. Μάλιστα η μονή της Παναγίας των Σταυροφόρων, που φιλοξενούσε και στρατιώτες ήταν χώρος όπου έκαναν επισκέψεις οι γυναίκες ελευθερίων ηθών.
Όταν ο Χάνδακας έπεσε στα χέρια των Τούρκων το 1669, η πορνεία δεν εξαλείφθηκε. Το τουρκικό αρχείο παρέχει πληροφορίες για τις πόρνες της πόλης και τα αφροδίσια που κυκλοφορούσαν λόγω της επαφής με αυτές. Αναφορές του 1700 κάνουν λόγο και για πολλούς Τούρκους αξιωματούχους που είχαν προσβληθεί από σύφιλη.
Πηγή τέτοιων ασθενειών ήταν, την ίδια εποχή, και οι διάφορες αοιδοί που έφθαναν στα λιμάνια της Κρήτης και εργάζονταν σε καφέ-σαντάν και καφέ-αμάν, προσφέροντας και ερωτικές υπηρεσίες.
Πέρα από τα αφροδίσια βλέπουμε λόγω πορνείας να πολλαπλασιάζεται και ο αριθμός των νόθων παιδιών. Οι χριστιανές μάλιστα, όπως είναι γνωστό, τα εγκατέλειπαν μπροστά στον Άγιο Μηνά, κι εφόσον ήταν αγόρια αβάπτιστα έπαιρναν το όνομα Μηνάς, εξού και τα γνωστά «Μηναδάκια».
Επι τουρκοκρατίας πάντως δεν έλειπαν οι εκτοπίσεις επαγγελματιών γυναικών του είδους αλλά και η λήψη μέτρων για το κλείσιμο των «σπιτιών» τους.
Το 1897 καταγράφεται η πρώτη προσπάθεια για κοινωνική απομόνωση των συγκεκριμένων γυναικών, που υποχρεώθηκαν να μεταφέρουν τη δραστηριότητα τους στο λεγόμενο κλέφτικο σοκάκι, γύρω από τον Άγιο Δημήτριο, στο λιμάνι.Ωστόσο στην πορεία, η παρουσία κατοικιών εύπορων πολιτών στην γύρω περιοχή τις υποχρέωσε να μετεγκατασταθούν σε άλλα σημεία.
Το 1900 η απογραφή που έγινε εμφάνισε στην Κρήτη 202 νόμιμες ιερόδουλες, εκ των οποίων οι 70 στο Ηράκλειο.Αυτή την περίοδο έχουμε και το περίφημο διάταγμα «Περί χαμαιτυπείων», που ουσιαστικά γκετοποιεί την πορνεία επιβάλλονταν αστυνομική επιτήρηση, απαγόρευση εξόδου των γυναικών από τα χαμαιτυπεία κ.α
Παρότι το διάταγμα αυτό κατάφερε κάπως να ελέγξει τη νόμιμη πορνεία, δεν πέτυχε το ίδιο με την παράνομη, που ξέφυγε από τον έλεγχο και υποχρέωσε την αστυνομία να προβαίνει σε επιχειρήσεις για τον περιορισμό της.
Τη δεύτερη δεκαετία του 20ου αιώνα το ζήτημα της πορνείας υποβαθμίστηκε στις στήλες των εφημερίδων με τις χριστιανές πόρνες να μετακινούνται στον περίφημο Λάκκο και τις τουρκάλες, νότια του κόλπου του Δερματά και δυτικά της Εβραϊκής συνοικίας. Διάσπαρτα πορνεία ωστόσο εξακολουθούσαν να λειτουργούν μέσα στην πόλη.
Ο Λάκκος σιγά σιγά μετατράπηκε σε χωνευτήρι ετερόκλητων ατόμων, έγινε η Τρούμπα του Ηρακλείου, γεγονός που ενισχύθηκε από το γεγονός του ότι ήδη ήταν μια υποβαθμισμένη περιοχή, με παλιά σπίτια μουσουλμάνων, τα οποία, όταν οι τελευταίοι έφυγαν, μετατράπηκαν σε οίκους ανοχής.
Η απογκετοποίηση της πορνείας στο Ηράκλειο ξεκίνησε κάπου στο 1960 οπότε σταμάτησε και ο Λάκκος να είναι σήμα κατατεθέν για όσους αναζητούσαν γυναίκες επί πληρωμή.
Λίγα λόγια για τη Λιάνα Σταρίδα
Γεννήθηκε στην Αθήνα από Ηρακλειώτες γονείς και μεγάλωσε στο Ηράκλειο. Είναι πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών του τμήματος Ιστορικού - Αρχαιολογικού και εργάζεται στην 13η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.
Διετέλεσε καθηγήτρια στη Σχολή ξεναγών στο μάθημα Ιστορία της Κρήτης και Νεότερης Ιστορίας της Ελλάδος. Είναι εκπαιδεύτρια σε πολιτιστικά θέματα, στις κλειστές φυλακές Αλικαρνασσού και στο Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ καθώς και επιστημονική Σύμβουλος σε αρχιτεκτονικές μελέτες για αποκατάσταση μνημείων, οικοδομικών τετραγώνων και οικοδομικών συνόλων στην πόλη του Ηρακλείου.
Ήταν υπεύθυνη ανασκαφικών ερευνών σε συνολικά 24 αρχαιολογικούς χώρους μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι Παλαιοχριστιανικές Βασιλικές: Α) Αγίου Νικολάου Χερσονήσου και Β) στο "Καστρί " Χερσονήσου.
Ασχολήθηκε με την έκθεση μεσαιωνικής κεραμικής και μικροτεχνίας στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης και ήταν επιστημονική υπεύθυνη για την προσομοίωση της Ενετικής πόλης του Χάνδακα (Candia) στη μακέτα που κατασκευάστηκε και εκτίθεται στην αίθουσα " Ανδρέα Καλοκαιρινού" του Ιστορικού Μουσείου Κρήτης.
Από το 1988, παράλληλα με τη Χερσόνησο, ασχολείται με τα Ενετικά Τείχη και την Παλιά Πόλη του Ηρακλείου και έχει διευθύνει δεκάδες σωστικές, δοκιμαστικές και κανονικές ανασκαφικές έρευνες.
Είναι αναπληρωματικό μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής Παρακολούθησης της Προγραμματικής Σύμβασης Δήμου Ηρακλείου - ΤΑΠΑ (Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων) - ΥΠΠΟ (Υπουργείο Πολιτισμού) - ΥΠΕΧΩΔΕ (Υπουργείο Περιβάλλοντος και Χωροταξίας) για την Αναστήλωση των Ενετικών τειχών Ηρακλείου και την ανάπλαση της Παλιάς Πόλης Ηρακλείου. Παράλληλα είναι Μέλος της Εταιρείας Κρητικών Ιστορικών Μελετών, Μέλος της Αρχαιολογικής Εταιρείας, Μέλος της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, Μέλος του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του πανεπιστημίου Κρήτης, Μέλος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Πολιτισμού της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ηρακλείου.
Έχει συμμετάσχει σε Διεθνή συνέδρια και έχει πραγματοποιήσει σειρά διαλέξεων και δημοσιεύσεων σε Ηράκλειο και Αθήνα για την Ιστορία, την Αρχαιολογία και την Πολεοδομία του Ηρακλείου.
Από το 2001 ασχολείται με μελέτες για τις σχέσεις Κρήτης - Κύπρου του Μεσαίωνα (από Παλαιοχριστιανικούς χρόνους μέχρι Ενετοκρατία, )στην ερευνητική μονάδα Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου στη Λευκωσία και εκπονεί τη διδακτορική της διατριβή στο Πανεπιστήμιο Αθηνών με θέμα: "Η πολεοδομική εξέλιξη της πόλης του Ηρακλείου από τους πρώτους Βυζαντινούς χρόνους μέχρι την Ενετοκρατία".
Έχει ασχοληθεί με τη συγκριτική μελέτη των παράλιων πόλεων της Ανατολικής Μεσογείου.
Είναι παντρεμένη, μητέρα τριών παιδιών και έχει δύο εγγόνια.